Ήτανε πρωί Σαββάτου. Έκανα θεία λειτουργία και ήμουνα έτοιμος να καταλύσω την Θεία Κοινωνία από το Άγιο Δισκοπότηρο.
Ξαφνικά μπήκε μέσα στο ιερό ένας νεαρός, γειτονόπουλο ο Κωστάκης, λαχανιασμένος, ιδρωμένος όλος αγωνία και μου είπε: – «Παπά-Χρήστο μου σώσε μας. Ο πατέρας μου νιώθει ότι πεθαίνει και θέλει να τον εξομολογήσεις, να τον κοινωνήσεις».
Με έλουσε κρύος ιδρώτας. Ο πατέρας του παλληκαριού ήταν ο πιο δύσκολος, στριφνός, παράξενος άνθρωπος στο χωριό. Μ΄ όλους μαλωμένος. Σ’ εκκλησιά δεν πάταγε, ούτε σε κηδείες ή γάμους ή βαφτίσεις. Έκανα τον Σταυρό μου και θεώρησα κλήση Θεού να πάω αμέσως κοντά του με την Θεία Κοινωνία.
» Διαβάστε Περισσότερα στο Vimaorthodoxias.gr