Πολλες φορες τον είχαν δει να σταματά το πλεξιμό του και να κοιτάζει περίλυπος την γη. Κινούσε αργά-αργά, θλιμμένα το κεφάλι, στέναζε βαθιά με πόνο και σιγομουρμούριζε:
-Άραγε τί να γίνεται;
Έμενε αρκετή ώρα σιωπηλός, σκουπιζε τα δακρυα, που σαν ποτάμι έτρεχαν από τα βαθουλωμένα μάτια του, και πάλι άρχιζε τα ίδια.
-Τί συλλογίζεσαι, Αββά, και είσαι τόσο πικραμένος; τον ρωτούσαν συχνά οι αδελφοί, που του πηγαιναν λίγο φαγητό.
-Συλλογίζομαι, πώς σήμερα είναι η τελευταία ημέρα μου κι αλίμονο. Δεν φρόντισα να ετοιμάσω την έξοδο μου, (τον θάνατο) απαντούσε ο Γέροντας.
Από το Γεροντικό
» Διαβάστε Περισσότερα στο Vimaorthodoxias.gr